- πεπλογραφία
- πεπλο-γραφία, ἡ, Beschreibung des Peplos, so hieß eine Schrift des Varro, die das Lob großer Männer enthielt
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
πεπλογραφία — ἡ, Α·.1. η περιγραφή τού πέπλου ή αυτών που παριστάνονται σ αυτό 2. ως κύριο όν. Πεπλογραφία τίτλος έργου τού Βάρρωνος, το οποίο ήταν είδος εγκωμιαστικής βιογραφίας επίσημων ανδρών. [ΕΤΥΜΟΛ. < πέπλος + γραφία*] … Dictionary of Greek
-γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… … Dictionary of Greek